Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2022

Άπνοια

 


Άπνοια  
 
Κι όμως σου έτυχε απανεμιά
                                  λιγόστεψαν οι άνεμοι
Άπνοια πριν την έκρηξη, αναμονή
                όπως περόνη στη χειροβομβίδα
Κι έμεινε η απορία
           για το που θα πετούσαν τα πουλιά
                   τώρα που φεύγει το καλοκαίρι
 
Θηλιά ο αέρας συνένοχος της πνιγμονής
Όλα τα γύρω δάση
                   έτοιμα να γίνουν ολοκαύτωμα
Τα πεύκα δακρύζουν, βλέποντας
        μακριά δεμένα τα πλοία στα λιμάνια
 
Σφάξτε μια Ιφιγένεια
           ο άνθρωπος για του θεούς
                                 αξίζει όσο κι ένα ελάφι
Σφάξτε μια Ιφιγένεια
                     για να φουσκώσουν τα πανιά
Δεμένα τα πλοία σαπίζουν στα λιμάνια
Ξηλώνονται τα πανιά τους
           και πνίγουν τους ναύτες τα σχοινιά
                                                όπως τα φίδια
 
Σφάξτε μια Ιφιγένεια
να σηκωθούν απ’ το αίμα της 
                              θυμωμένοι χίλιοι άνεμοι
                     για να φουσκώσουν τα πανιά
 
Δεν ξέρω πότε
                      και για πού έφυγαν τα πλοία
Ξέρω μονάχα πως σαν γυρίσουν πίσω
το αίμα θα ρεύσει ολοπόρφυρο
                   στα μάρμαρα  των ανακτόρων
 
Τι να σου λέω τώρα για θυσία
αν δεν έχεις δει ούτε σφαγμένο κόκορα
                                             να σπαρταράει
Μη ρωτάς λοιπόν,
                  τέντωσε μονάχα τα πανιά σου
κι άσε τους ανέμους να σε ταξιδέψουν
                      στις χώρες των ονείρων σου
 
Ζήσε την ουτοπία σου
έτσι κι αλλιώς η όμορφη Ιφιγένεια
                    θυσιάστηκε για το ταξίδι σου
 
Πάντως το τίμημα θα πληρωθεί
ένα κοφτερό μαχαίρι σε περιμένει
                                             στο θηκάρι του
 
                                    Γιάννης Ποταμιάνος

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2022

Ο ανιστόρητος Μαΐστρος

 

Ο ανιστόρητος Μαΐστρος
 
Ο κολλυβιστής Μαΐστρος
                                      που φύσηξε πρόσφατα
έφερε μαζί του στιλβωμένο ατσάλι,
   λαμποβολήματα, γητειές και άσπρη σκόνη
 
Αλλά εγώ επιμένω στον αρχαίο πηλό
στους αμφορείς και τα μάρμαρα
                            που φυτρώνουν στις πλαγιές
Στα βυθισμένα ναυάγια και τις πικρές ελιές
Στις ξερολιθιές που ατενίζουν τα πέλαγα
   και στο διψασμένο φίδι της καυτής πέτρας
Στα ήρεμα βουβάλια
                            των παραθαλασσίων πεύκων
        που θαυμάζουν των γλάρων το πέταγμα
 
Εσύ ανιστόρητε Μαΐστρε που κουβάλησες
                                                   στην πλάτη σου
τις ρωμαϊκές λεγεώνες
                                     και τους σταυροφόρους
πες μας άκουσες ποτέ τη φλογέρα του Πάνα
                                                             στα βουνά
Ανέβηκες ποτέ σε γαλαξία Αυγουστιάτικα
                                 να πιάσεις πυγολαμπίδες;
Ζωγράφισες ποτέ μ’ αυτές
     πύρινα σιρίτια στην παιδική φανέλα σου;
Κοιμήθηκες μεσημέρι δίπλα στην πηγή,
                           σ’ έλουσαν παρθένες νύμφες
  με λουλούδια πλεγμένα στα μαλλιά τους;
 
Κολλυβιστή Μαΐστρε της μηχανής
                                                 και του χρήματος
πες μου για τους αλυσοδεμένους εργάτες
                                   στις γραμμές παραγωγής
Για το αιματοβαμμένο κέρδος
         κι εγώ θα σου πω για τη μοναξιά
                        των βραχονησίδων του Αιγαίου
 Θα σου πω για το φεγγάρι
                                                των ερωτευμένων
          που βυθίζεται στην ασημένια θάλασσα
Θα σου πω για την αγάπη του μάστορα
                                      που πελεκάει την πέτρα
Θα σου πω για τον πηλό
                                          που πλάθει τα όνειρα
Θα σου πω για τα όνειρα που ξεχάστηκαν
                        στις εισόδους των εργοστασίων
 
Μαΐστρε οιηματία του δυτικού ορίζοντα
        μέτρα το μπόι σου σε λογισμό και όνειρο
Και υποκλίσου επιτέλους 
         μπρος στον ουρανομήκη αρχαίο γίγαντα  
που κρατάει στην πλάτη του τον Ουρανό
 
                                             Γιάννης Ποταμιάνος

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

Απόπλους

 

Απόπλους  
 
Τα ιστιοφόρα  πάντα τα κινούσε
                                    ο άνεμος της ουτοπίας
και τα παιγνιδιάρικα δελφίνια
             κουβαλούσαν στην κυρτή τους ράχη
τις φαντασιακές εκδοχές μιας
                                   αρχέγονης αναπόλησης
Κι εσύ βράχος σκοτεινός
                                      αναμετράς το πέλαγος
με τις κραυγές των γλάρων
                     και τις συγχορδίες των κυμάτων
 
Η αμείλικτη παραμόρφωση του χρόνου  
         στις γεωδαιτικές της ύπαρξης
                       είναι οριστική και αμετάκλητη
Δεν υπάρχει γυρισμός
μόνο η μνήμη μένει κι η οργή χαραγμένη
                                             σε κάποιες πέτρες
 
Όσο η πραγματικότητα
                               αλυσοδένει τους ανέμους
Ένας καθρέφτης είναι η θάλασσα
          να βλέπει ο ουρανός το πρόσωπό του
Κι όσα καράβια απέπλευσαν, λευτερωμένα
                  χάνονται τώρα στο ηλιοβασίλεμα
στο γλυκασμό του πυρπολημένου ορίζοντα
 
Το πέλαγος είναι το ενδιαίτημα
                                  μια χαμένης Ατλαντίδας
Γι αυτό η αναζήτηση γίνεται
                                                πάντα στο βυθό
Αχ! Που να βρω την ψυχή μου
                                    το σπάνιο μαργαριτάρι
Ίσως στο κοχύλι της θάλασσας
          εκεί που τραγουδούν οι χίλιοι άνεμοι
 
Έτσι όσο κι αν παραμονεύουν οι κυκλώνες
                                                  στ’ αρχιπελάγη,
αφού η άπνοια απαιτεί
                                  το θάνατο της ουτοπίας,
ας γίνει η Ιφιγένεια θυσία στην Αυλίδα
       να ξεκινήσει ο απόπλους για την Τροία
 
Δεν υπάρχει νόστος χωρίς ταξίδι,
                                   Ιθάκη χωρίς επιστροφή
Δεν υπάρχει ταξίδι χωρίς μια ουτοπία,
χωρίς έναν πόθο που
                           να φουσκώνει τα πανιά μας                                                 
Σφάξτε μια Ιφιγένεια
                                   να σηκωθεί η καταιγίδα
τόση τελματώδης άπνοια
                                      είναι μίμηση θανάτου
 
                                              Γιάννης Ποταμιάνος

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2022

Χιμαιρικός Νοέμβρης

 

Χιμαιρικός Νοέμβρης 
 
Κι όμως δεν υποτάχτηκα ακόμα
                          επιμένω αγέρωχο καμπαναριό
Να στέλνω στον αέρα
πότε πένθιμες και πότε χαρούμενες
                                      τις κωδωνοκρουσίες μου
Πρώτα
Ήχοι , ψαλμωδίες που με γαλούχησαν
κι ο Παπαβασίλης Βυζαντινό αηδόνι
                                                    που κελαηδούσε
          απ’ τον άμβωνα το δωδέκατο ευαγγέλιο
Α ρε μνήμες παιδικές
                                   θυσαυρισμένη νοσταλγία!
 
Κι ύστερα οι μεγάλες στιγμές
Κραυγές, συνθήματα, διαδηλώσεις
Κάτω η χούντα, δεν περνάει ο φασισμός
                                   Ψωμί, παιδεία, ελευθερία!
Η θύελλα κι ο φόβος
Κι η γλυκιά οσμή του αίματος
                              που ανασύρεται απ’ το βυθό
και πάνω απ΄ όλα η άσβεστη αίσθηση
                       του χρέους και της αξιοπρέπειας
Α ρε ‘συ νιότη των άδολων αγώνων μου
                                           των γηρατιών καμάρι!
 
Ο χρόνος ανεπίστρεπτος ποταμός
                                        τσακίζει τα όνειρά  μου
Κι όμως δεν υποτάχτηκα ακόμα
Όσο ο βυθός αναμοχλεύεται τα βράδια
                  και το όνειρο αντιστέκεται ζείδωρο
είμαι κοντά σας
                           να τοξοβολώ τον εφησυχασμό
με λέξεις βουτηγμένες στο μαύρο αίμα
                                              της Λερναίας Ύδρας
 
Πως αλλιώς αφού θησαύρισα τα όνειρα
όσων τόλμησαν
                   να κοιτάξουν κατάματα την αδικία;
 
Κι αυτό το φαράγγι μαχαιριά
                    στο σώμα του γρανιτένιου βράχου
επιμένει ν’ αντιλαλεί τις κραυγές πόνου
αυτών που αντιστάθηκαν στα φουσάτα
                                 περιφρονώντας το θάνατο
 
Όχι δεν υποτάχτηκα
Γι αυτό ακόμα και στην κάθοδο
                                        άσβεστη φωτοβολίδα
επιμένω να φωτίζω πολύχρωμο τον ουρανό
Πως αλλιώς αφού μέχρι να ξημερώσει
έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη
                                    από όνειρα πολύχρωμα;
 
Μήνας Νοέμβρης  από σήμερα
Μήνας χιμαιρικός,
της ουτοπίας, της νοσταλγίας
                                    και της περηφάνιας μας
Ας τον καλωσορίσουμε λοιπόν
   αναζητώντας στον κοραλλιογενή βυθό μας
τα μαργαριτάρια των αξιών  
                                των νεανικών ονείρων μας
 
Αχ τι γλυκές που ‘ναι οι νύχτες του Νοέμβρη
                           σαν έχεις αγώνες να θυμάσαι!
 
                                               Γιάννης Ποταμιάνος

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Με το μάτι της όχεντρας

 

Με το μάτι της όχεντρας  
 
Εμείς της φέτας του γλυκού ψωμιού
                                          με ζάχαρη και λάδι
Με το περήφανο μάτι της όχεντρας
                                    και το όραμα στο αίμα
Εμείς των οδομαχιών του ήλιου
ας ταυτιστήκαμε με τα συντρίμμια
                                                      του σεισμού
 Εμείς αγέρωχοι και σιωπηλοί πια
                                   καθαρίζουμε τα θεμέλια
 Η χαρακιά όμως ανοιχτή
                                         ανάμεσα στα φρύδια
έμεινε, βαθιά όπως κοίτη χειμάρρου
                                            μετά την καταιγίδα
 
 Άνυδρος στα στερνά του
                                             ο εικοστός αιώνας
στέρεψαν οι λίμνες,
            τρίζουν τα βράχια στο λιοπύρι
                             θρυμματίζονται οι μονόλιθοι
Και κάπου μακριά ακούγεται
                                       ο αχός του νέου αιώνα
Ο παφλασμός του κύματος
που καλπάζει ακάθεκτο να αγκαλιάσει
                                              το θαλασσόβραχο
 
Η χαρακιά όμως ανάμεσα στα φρύδια
                  επιμένει να μαρτυράει τη διάψευση
Αλλά εμείς της φέτας του γλυκού ψωμιού
                                            με ζάχαρη και λάδι,
με το περήφανο μάτι της όχεντρας
                                       και το όραμα στο αίμα,
πιστεύουμε πως κάποτε
                          θα περάσει η φουσκοθαλασσιά
γι αυτό επιμένουμε σιωπηλοί
                      να καθαρίζουμε τα παλιά θεμέλια
 
Ο εικοστός αιώνας κλείνοντας την πόρτα
                         πήρε μαζί και τα παράσημα του
οι νίκες και το αίμα των κατατρεγμένων  
εξαργυρώθηκαν με μια χούφτα ένσημα
                                και μια σύνταξη της πείνας
 
Ο εικοστός αιώνας έφυγε
                                μαζί με τους προφήτες του
κι άφησε ξωπίσω του
                 τον αίλουρο νηστικό και διψασμένο
 
να σέρνεται στη σαβάνα
                          περιμένοντας να πέσει η νύχτα
να βγάλει απ’ το βυθό κραυγή
                σπαρακτική, να φύγει ο στηθόβραχος

                                                Γιάννης Ποταμιάνος

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2022

Προχωράμε

 

Προχωράμε  
 
Βάδιζε ανάμεσα στο πλήθος
         δένδρο αειθαλές του φθινοπώρου
Το σφρίγος ακτινοβολούσε
                                         στη ματιά του
Χτύποι καρδιάς νεανικής
 
Οι σύντροφοι απορούσαν:
Πως αντέχεις σύντροφε
                                      τόση διάψευση;
Οι ιδέες μας φυλλοβόλες
                               τις παίρνει ο άνεμος
Πως αντέχεις σύντροφε
                                     τόση αισιοδοξία;
Είναι βαθύ το ρήγμα, ως τα θεμέλια
 
Δεν ακούτε το κλάμα απ’ τη χαράδρα,
                                        τους απάντησε
Κάποιοι ζουν παρέα
                               με τους πεθαμένους
Κι αυτοί παρέκει
                  που σκαλίζουν τα σκουπίδια
                                     δεν είναι σκύλοι,
είναι άνθρωποι
                      πού ψάχνουν τη ζωή τους
 
Προχωράμε σύντροφοι, προχωράμε
Σφίξτε τη γροθιά σας
       επέμεινε μ’ ένα αειθαλές χαμόγελο
 
                                Γιάννης Ποταμιάνος

Σάββατο 9 Ιουλίου 2022

Ολοκαύτωμα

 


Ολοκαύτωμα   
 
Έχει πολύ ήλιο, εδώ
                 στο μέρος της καρδιάς,
                                             φως ανέσπερο
Μα πως κανείς ν’ αντέξει τόσο φως;
Άσπιλο το θαμβός, άχραντο
                 το όραμα ενός κόσμου δίκαιου
Μα πως ν’ αντέξει κανείς τόσο φως,
                                            φως ανέσπερο;
Πως ν’ αντέξει  τόσο οίστρο βοερό
                                              καταμεσήμερο
Γι’ αυτό πάντα υπάρχει μια σκιά
                                        να μας ακολουθεί,
                       σκοτεινή όπως η μοίρα μας
 
Κάποτε έστησαν γύρω μας
                                       συρματοπλέγματα
μα εμείς δραπετεύσαμε όπως τα πουλιά
Έχει πολύ φως εδώ
                          στο μέρος της καρδιά μας
αλλά και μια σκιά
                         που πάντα μας ακολουθεί
                   διακριτικά, όπως η μοίρα μας
 
Κάποτε έστησαν γύρω μας πολλά βιβλία
τοίχους θεόρατους χτισμένους με χαρτί
Παντού κρεμασμένα κάδρα
                                με «σοφές» επιγραφές
                           τις δικές τους «αλήθειες»
 
Κάποτε έκλεισαν τον ήλιο απ’ έξω
              και μόνο απ’ τη σπασμένη γρίλια
μια σκονισμένη ακτίνα διαρρήκτης
                        κυκλοφορούσε σαν ελπίδα
φωτίζοντας τη σκονισμένη μέρα μας
Ώσπου ξαφνικά
                    βγαίνει μέσα απ’ τη σκιά μας
ένα χέρι κρατώντας σφιχτά
                                     την αναμμένη δάδα    
Ίδιος μπουρλοτιέρης
αποφασισμένος ν’ ανατινάξει
                                το σκονισμένο σκηνικό
Έτσι που να γίνουν όλα φως
                βεγγαλικά νύχτας αναστάσιμης
Διάττοντες της αιθρίας
να διαγράφουν την ωραία τους καμπύλη
 
Έχει πολύ φως ακόμα
                   εδώ στο μέρος της καρδιά μας
και μεγάλη δύναμη κρυμμένη στη σκιά
                                        που μας ακολουθεί
Γι’ αυτό αρκεί μια σπίθα
           για να γίνουν όλα τα παλιά κάστρα
                                                   ολοκαύτωμα
 
                                    Γιάννης Ποταμιάνος

Πέμπτη 7 Απριλίου 2022

Μειλίχια νύχτα

 

Μειλίχια νύχτα   
 
Ιδρωμένο οστεοφυλάκιο το σώμα μου
          ανατριχιάζει  στο αεράκι της θάλασσας
Το μαύρο πουλί
        που ξαφνικά ψαλιδίζει το ηλιοβασίλεμα
                                                ίσως είναι χελιδόνι
Η σκιά του κοφτερό μαχαίρι  
                           που  σφάζει  το ρεμβασμό μου
 
Όμως οι σκιές μακραίνουν το ηλιοβασίλεμα
κι η νύχτα που ‘ρχεται
                   πρόθυμα ενθαρρύνει το στοχασμό
Το μαύρο δελφίνι του  δειλινού
             σχίζει το γαλανό σεντόνι
                                         της ήρεμης θάλασσας
Ποιο μυστικό, μου κουβαλάει το δελφίνι
                                       από τις πέρα θάλασσες
ή μήπως και το μυστικό
                               είναι το ίδιο το παιγνίδι του;
 
Οι σκιές των βουνών μακραίνουν
  στον αστερώνα έφτασε η εμπροσθοφυλακή
Η νύχτα, μου τραγουδάει με χίλιες φωνές
Τη νύχτα τα πουλιά και τα τριζόνια
                                     τραγουδούν πιο όμορφα
κι η δέησή τους
                       ανεβαίνει κατευθείαν στ’ άστρα
Πρόβες ορχήστρας, ίσως
                    για τη μεγάλη νύχτα της Χίμαιρας
        μα εκείνο που μας μένει είναι η μουσική
Το σκοτάδι έχει κι αυτό τα κάλλη του
                                          και την αισθητική του
τα χρώματά του δεν είναι παιγνίδια
                                                              του φωτός
μα παιγνίδια της σκέψης
Στο σκοτάδι, ακόμα κι η μοναξιά έχει
                                            τα δικά της χρώματα
 
Το μαύρο πουλί που ξαφνικά σχίζει
                                το μαύρο πέπλο της νύχτας
ίσως είναι αρπακτικό
                 κι η δάκνουσα κραυγή του
                                              ίσως είναι θάνατος
Κι αυτό που σπαρταράει στο ράμφος του
                           ίσως είναι το άλυτο μυστήριο 
 
Έτσι κι αλλιώς βαρβαρισμός
                     η ασέλγεια του θανάτου στη ζωή
Γι αυτό ας παρηγορηθούμε απόψε αδύναμοι
σε μια μειλίχια καλοκαιρινή βραδιά
                              με πιο καλόβουλα ποιήματα
 
                                      29 Ιουλίου 2017
                                    Γιάννης Ποταμιάνος

Κυριακή 20 Μαρτίου 2022

Το σκουλικοφέγγαρο του πολέμου

 

Το σκουλικοφέγγαρο του πολέμου  
 
Πανσέληνος σήμερα του Μάρτη 18
Κι απ’ τις υπόγειες στοές
             έρποντας ανεβαίνουν στο φως
                                                   οι γαιοσκώληκες
 
Όμορφα πουλιά οι κοκκινολαίμηδες
                                  τη λεία τους παραφυλάνε
Ομορφιά και θάνατος
                                        στο λασπωμένο λκάμπο
κι ένα φεγγάρι ολόγιομο
             τα σκουλήκια του αγρού καλωσορίζει
 
Υπόσχεση άνοιξης κι Ανάστασης
                   όμορφα πουλιά όμορφος θάνατος
στο λασπωμένο κάμπο
                                       παλεύουν τα βουβάλια
Κι ο ταπεινός εργάτης γαιοσκώληκας
                                                      τολμά ν’ αψηφά
και να εκτίθεται
                     στους όμορφους κοκκινολαίμηδες
 
Έρωτας θανάτου η ζωή
                     που φτιάχνεται με υλικά θανάτου
και όπως η ποίηση συνδιαλέγεται
                                                   με το απερινόητο
 
Σε τρικυμισμένο ουρανό
              αρμενίζει απόψε ολόγιομο το φεγγάρι
Κύματα τα θυμωμένα σύννεφα
                                       ύφαλοι οι βουνοκορφές 
Στις αέναες περιπολίες του κατακερματίζεται
                                                                  ο Χρόνος
Κι όμως η διάρκεια άτμητη
                                            επιμένει ακατάληπτη
στην απεραντοσύνη της
                                     να κυματίζει συγχορδίες
 
Κι όπως πάντα η Χάρις έρχεται απ’ το τυχαίο
που παγιδεύεται σε αρχέγονα μοτίβα
                              του νόμου της φθαρτότητας
Κι εσύ του Μάρτη φεγγάρι ολόγιομο
                                           του σκώληκα οδηγός
     φωτοστέφανο της ανθισμένης αμυγδαλιάς
όλο μας τάζεις άνοιξη, πρώιμη ελπίδα
                                         στο λασπωμένο κάμπο
όπου ζωή και θάνατος λασπομαχούν
                               στους βάλτους του πολέμου
 
Αχ εσύ σκουληκοφέγγαρο της Αζοφικής
                                        σε μαχαιρώνει το κύμα
και τρέχει το αίμα σου ανάμεσα
                           στα ερείπια της Μαριούπολης
Ένα σμάρι πουλιών οι ελπίδες μου
                      σκορπάνε στο κρότο των οβίδων
Η γλώσσα μου παρέλυσε
                 τα μάτια μου τυφλώθηκαν
                         στων εκρήξεων τους κεραυνούς
 
Αχ φεγγάρι μου
                       θα μας λείψουν φέτος τα πουλιά
           άκαρποι της Ουκρανίας οι σιτοβολώνες
Αχ εσύ της άνοιξης φεγγάρι
η κοινωνία χωρίς πολέμους που ονειρεύτηκα
                                               αρνείται να υπάρξει
Κι εμείς θ’ αφανιστούμε
                    ή θα βρούμε τη ζωή στο νόημά της
 
                                             18 Μαρτίου 2022
                                               Γιάννης Ποταμιάνος

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

Θ’ ανθίσουν και φέτος οι κερασιές στην Ουκρανία;

 

Θ’ ανθίσουν και φέτος οι κερασιές
                                         στην Ουκρανία;
 
Ομίχλη και καπνός,
                       γυμνά δέντρα να δέονται στον ουρανό
Γόος και οιμωγές  
            το δάκρυ αβίαστα να κυλάει στα ζυγωματικά
Γυναίκες, παιδιά και γέροι σε απόγνωση
                        το πρόσωπο του πολέμου αποτρόπαιο
Γιατί, γιατί,
το γιατί της μάνας  που θρηνεί
                                                ένα άψυχο σώμα παιδικό
Ο πόλεμος δυνάστης των λαών
              πάλι με οδύνες γεννάει η ιστορία
                                                                 τερατογένεση
Και κάπου εκεί κοντά στον Καύκασο
                                                                    ο Προμηθέας
        μετανιώνει που ‘δωσε τη φωτιά στον Άνθρωπο
 
Αχ Homo sapiens άφρονα
                                                που απειλείς αυτοχειρία
τώρα που λειώνουν τα χιόνια
                                        και φουσκώνουν τα ποτάμια
                                            εσύ γκρεμίζεις τις γέφυρες
Αχ Homo sapiens άφρονα χωρίς γέφυρες
                                              πως θα διαβείς απέναντι;
Γλώσσες πύρινες, εκρήξεις, δάκρυα και θάνατος
                                 Αχ Homo sapiens απ’ τις σπηλιές
στα υπόγεια καταφύγια μαζί με τα ποντίκια
                                                                κρύβεσαι τώρα
 
Παιδιά, γυναίκες στην προσφυγιά
στα λεωφορεία και τα τρένα
                                                      στίφη απελπισμένων
Φόβος, δάκρυα πόνος και θάνατος
         που να κρυφτείς ποιητή, πως να φυγοδικήσεις
Ερείπια, ομίχλη και καπνός,
                                         βόμβες, τανκς κι αεροπλάνα
Χέρια απλωμένα που δέονται συμπόνια
                                    Αχ ουρανέ αδιάφορε και άπονε
Κι εσύ άνοιξη της ομίχλης και του καπνού
        πότε επιτέλους θ’ ανθίσουν τα λουλούδια σου;
Να γαληνέψει η ψυχή, η να γίνει ομορφιά βάλσαμο
                                   νοσταλγία η ανθισμένη κερασιά
 
Δυο μεγάλα μάτια παιδικά
                 δυο γαλάζια μάτια βουρκωμένα
                                        κοιτούν μ’ απορία το φεγγάρι
Είναι χλομό απόψε το φεγγάρι
                είναι αβέβαιο το μέλλον που τα περιμένει
 
Κι εσύ ποιητή πως θα κοιμηθείς απόψε
οι στίχοι σου στοιχειωμένοι
                                            και τ’ όνειρά σου εφιάλτες
Κι ελπίδα χλωμή χαμένη μαζί με το χλωμό φεγγάρι
                                                                      στην ομίχλη
 
Στην Ουκρανία αρνούνται ν’ ανθίσουν οι κερασιές
έχει πολλή ομίχλη φέτος
                                       κι η άνοιξη αρνείται να φανεί
 
                                                        Γιάννης Ποταμιάνος

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

Γόνιμη σιωπή


 Γόνιμη σιωπή  
 
Στάθηκε ο ήλιος στη βουνοκορφή
            το σκοτάδι παραφυλάει στη χαράδρα
Τα νυχτόβια ξύνουν τα νύχια τους
Ακονίζουν στην πέτρα τα μαχαίρια οι κυνηγοί
                      Τα βέλη του ετοιμάζει ο Ωρίωνας
 
Δίπλα μου μια λευκή σελίδα κι ένα μολύβι
  περιμένουν το ασημένιο φως του φεγγαριού
Ίσως δεν είναι η νύχτα του χαμού απόψε
         ίσως είναι γόνιμη η σιωπή των αστεριών
 
Όμως το φωτεινό μήνυμα
                     που κομίζει απ τις ουράνιες χώρες
               ένα πεφταστέρι, πώς να το διαβάσεις;
Ο λογισμός πετάει από αστέρι σε αστέρι
παίρνει τη γύρη στα φτερά του κι επιστρέφει
Κι εσύ απλώνεις το χέρι
                                μα σου διαφεύγει το νόημα
Μας λοιδορεί το Ακατανόητο
                         δισυπόστατο και πολυδιάστατο
 
Αν είχες κάποιο όνειρο
                           ίσως να είχες και το ανάστημα
να πιάσεις στο χέρι σου τ’ άπιαστο άστρο
                                       που πάντοτε ποθούσες
 
Ίσως τότε λογισμός και όνειρο
                        να ήταν στο ίδιο άροτρο δεμένα
Ίσως τότε να ‘χαμε καλή σοδιά
                                                  στα αστρολίβαδα
Κι ο έρωτας ο μυριοπόθητος ολοκαύτωμα,
                                           να πυρπολεί τη νύχτα
 
Δίπλα μου μια λευκή σελίδα κι ένα μολύβι
περιμένουν μυσταγωγία
                      στ’ ασημένιο φως του φεγγαριού
 
Ποιος ξέρει
                    αν θα ‘ναι γόνιμη η νύχτα απόψε,
ή μήπως άνυδροι και ανεκλάλητοι
                                                    θα περιμένουμε
                 στην πάχνη της αυγής τον λυτρωμό;
 
                                              Γιάννης Ποταμιάνος