Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2019

Μανδραγόρας


Μανδραγόρας  

Αναμετρώντας συνεχώς το μπόι του
                βρέθηκε λειψός στο μπαρούτι,
με το μολύβι να του περισσεύει,
         και το ντουφέκι του σκουριασμένο
Έτσι βάλθηκε να γράφει
                    για την βάσανο της μοναξιάς

Σ’ ένα λιβάδι με αγριολούλουδα
                                         πηγαινοέρχονταν
                     ψάχνοντας τον Μανδραγόρα
Μα ξαφνικά βρέθηκε μ’ ένα μαχαίρι
                                                   στο πλευρό
           ακονισμένο στα δόντια της Αλόης,
να πετάει ανάμεσα στα σύννεφα
                μαζί με τ’ αποδημητικά πουλιά
κρατώντας μια κόκκινη σημαία
     κι ένα άδειο ντουφέκι σκουριασμένο

Τα ίχνη του χάθηκαν, περίπου,
  στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα

Αυτός ένας σημαιοφόρος των πουλιών
τελικά έφυγε πετώντας
                 μ’ ένα μαχαίρι στα πλευρά του
       τυλιγμένος στην κόκκινη σημαία του

Επίμονα ουρανομήκης, πάντα πετούσε
                          με τις πληγές του ανοιχτές

Πάντως διάνυσε πολλά μίλια τ’ ουρανού
με το βλέμμα του στραμμένο
                                      στον Πολικό Αστέρα
και με την ακατάσχετη αιμορραγία
                                              της καρδιάς του
       να βάφει τα δειλινά των οριζόντων[*]

                                   14 Δεκεμβρίου 2019
                                    Γιάννης Ποταμιάνος

[*]Αυτό  τουλάχιστον ισχυρίστηκε  ένας  μετα-
πτυχιακός φοιτητής,  στην εργασία του:
«Άγνωστοι  ποιητές στις αρχές του αιώνα μας»,
που ανάρτησε σε κάποια άσημη ποιητική ιστο-
                                                σελίδα. 

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2019

Ουρανόσιτος


Ουρανόσιτος   

Πολλά του τάξανε
                όπως πέδιλα προσθαλάσσωσης
ή ένα πολύχρωμο μπαλόνι δεμένο
                                       σε μεταξωτό σχοινί
ή ακόμα αν προτιμούσε
               ασφαλείς ρόδες τροχοδρόμησης

Αυτός όμως δεμένος
                                    στα παλιά φτερά του
όρμησε στο γκρεμό ψάχνοντας
                        το ανοδικό ρεύμα του αέρα

Δέκα χρόνια πετούσε
                                 ανάμεσα στα σύννεφα
αναζητώντας των αετών
                                        την ουρανόστρατα
Κι ύστερα προσέγγισε ορθόφρων πλέον
                                             το λογικοδρόμιο

Τροχοδρομούσε
                          επιχειρώντας προσγείωση
                       άλλα δέκα ολόκληρα χρόνια
Αλλά στην άκρη του αεροδιαδρόμου
                                  λίγο πριν το τέλος του
ανάπτυξε ταχύτητα και χάθηκε ξανά
                            μέσα στο άσπρο σύννεφο
Είχε δει απ’ το παράθυρο
                              στην αίθουσα υποδοχής
παρατεταγμένες να τον περιμένουν
        χαμηλοβλεπούσες σεμνές επιθυμίες
καθώς και κάποιες γερασμένες 
                                                       φιλοδοξίες
               που κάποτε εγκατέλειψε άκαρδα

Του έταξαν κηδεία δημοσία δαπάνη,
          ακόμα κι ένα ποιητικό ομοίωμά του
                                στο πάνθεο των ηρώων   
Κι αναγνώστες πολλούς που μ’ ένα
                                          ω! μέγα στεναγμό
να επικροτούν το άσπρο ατίθασο  
                                                  μουστάκι του
Του έταξαν πολλά
μα αυτός επέστρεφε κομίζοντας 
                               μόνο ένα μάτι Κύκλωπα
  και κάποιες ψευδαισθήσεις Λωτοφάγων

Μα πώς να προσγειωθείς
     με τέτοια φτωχά δώρα στο δισάκι σου;
Γι αυτό λοιπόν,
    λίγο πριν το τέλος της προσγείωσής του,
ανάπτυξε ταχύτητα και χάθηκε ξανά
                               μέσα στο άσπρο σύννεφο

Κάποιοι λένε πως έζησε ουρανόσιτος
                                        ανάμεσα στ’ αστέρια
Κάποιοι άλλοι όμως ισχυρίζονται
        πως τα φτερά του τα ξέβρασε το κύμα
                        σε κάποιο μικρό Κυκλαδονήσι

                                    Γιάννης Ποταμιάνος

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2019

Άγρια ομορφιά


Άγρια ομορφιά  

Στην παλίρροια της νόησης
                                 λέξεις πολυρροίβδητες
ανασηκώνουν τη χαίτη τους εφορμώντας
στους βράχους του έρκους
                                           της αβεβαιότητας

Ο ασπρομάλλης γερολογισμός παρέκει
                                 βιγλίζει το αρχιπέλαγος
κι ονειρεύεται απόδραση
                        απ’ τη χώρα των λωτοφάγων

Κι  εγώ ναυαγός των επιθέτων
                 ψάχνω την Αία των ουσιαστικών
Μα αυτή μου κρύβεται πίσω
                                     από θεόρατα κύματα
                                         σε απύθμενα βάθη
Έτσι πορεύομαι ανάμεσα σε συμπληγάδες
                                         για χώρες άγνωστες
με συντρόφους κωπηλάτες
                                        και μια γέρικη Αργώ
                               που τρίζουν οι αρμοί της

Ποιος ξέρει;
Ίσως αυτό που θα μας μείνει τελικά
           είναι η άγρια ομορφιά της τρικυμίας

                                    5 Δεκεμβρίου 2019
                                                                        Γιάννης Ποταμιάνος

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2019

Κβαντικός έρωτας


Κβαντικός έρωτας  

Γιατί
όταν καρδιοχτυπάς καρδιοχτυπώ
                                        κι όταν πονάς πονώ;
Γιατί
όταν χαίρεσαι χαίρομαι
                  κι όταν με λαχταράς σε λαχταρώ;
Μπας κι αυτό αποδεικνύει
πως ο έρωτας είναι η κβαντική διεμπλοκή
               των ψυχών και των σωμάτων μας
που αμφισβητεί το χωρόχρονο
                                               της Σχετικότητας;
Μα πως αλλιώς αφού
όσο μακριά μου και αν βρίσκεσαι
                         είσαι ταυτόχρονα κοντά μου;

Ποιος ξέρει, ίσως είμαστε δυο  ψυχές
                                    σε κβαντική υπέρθεση
Λύσεις της ίδιας εξίσωσης του Σρέντινγκερ

                                    2 Δεκεμβρίου 2019
                                                                        Γιάννης Ποταμιάνος

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019

Στην παλίρροια της λησμοσύνης


Στην παλίρροια της λησμοσύνης

Έτσι που περνάει η γομολάστιχα της λήθης
                                             πάνω απ’ τη βιοτή μας
μπερδεύονται τα ίχνη
    κι αμήχανο το κυνηγόσκυλο μυρίζει τον αέρα

Μόνο κάποιες βαθιές χαρακιές
            που άφησε στην ψυχή μας
                                       το μαχαίρι της διάψευσης
δείχνουν αμυδρά το μονοπάτι
                                             που μας έφερε ως εδώ

Στην παλίρροια της λησμοσύνης
                                           απάτητες βραχονησίδες
οι ανεξίτηλες της νιότης μας ιδέες όπως
                      ελευθερία, ισότητα και αλληλεγγύη
που άντεξαν κι αντέχουν
                                       στου χρόνου τη διάβρωση

Αβυθομέτρητος της ψυχής μας ο βυθός
                στην εκθαμβωτική λάμψη του ονείρου
καθόσον ο αγεωμέτρητος άνθρωπος
                                    στην αστραπή μονάζει δέος

Κι ο διάλογος με τους χθόνιους φόβους
               στης νύχτας την αδυσώπητη κλεψύδρα
βγάζει απ’ τις αθέατες σκιές τους
                                               τα νυκτόβια τρωκτικά
           να στήνουν χορό καταμεσής της κάμαρας   
Ώσπου να μας συμπονέσει  η ανατολή
                       στο λυκαυγές των κορυφογραμμών
και στη συμφιλίωση της λήθης
                             να μας χαμογελάσει η νέα μέρα

Όχι δεν είναι θάνατος η λήθη
                                        είναι  μήτρα αναγέννησης
Η ύαινα που καθαρίζει τις σάπιες σάρκες
                                                                 της ιστορίας
Ο σκύλος που ‘κοψε το λουρί του
                κι ελεύθερος αλητεύει στ’ αστρολίβαδα

Όχι δεν είναι θάνατος η λήθη
  κι ας σκόρπισαν σαν κίτρινα φύλα φθινόπωρου
όσα την άνοιξη άνθησαν εντός σου
                                              ευωδιάζοντας εξέγερση

Όχι η φθορά δεν είναι θάνατος
        όσο κι αν η Άτροπος ακονίζει τα ψαλίδια της
           και της Κλωθούς τα παλιά νήματα ξεφτίζουν
Στους θαμμένους σπόρους μας
                     η Λάχεση  έκρυψε καλά τα όνειρα
                                                                  που σπείραμε

Γι’ αυτό κι εγώ επιμένω να ελπίζω
                                         στην ανθοφορία της άνοιξης

                                                   21 Νοεμβρίου 2019
                                                                           Γιάννης Ποταμιάνος

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Αποδημητικό φθινόπωρο


Αποδημητικό φθινόπωρο  

Είναι φθινόπωρο ακόμα
                       κι έρχεται φονιάς χειμώνας
με φουρτούνες στο Αιγαίο
       και θαλασσοπνιγμένους μετανάστες
Πίσω απ’ τις βουνοκορφές
              ετοιμάζονται τα μαύρα σύννεφα
Στις απέναντι ακτές ο θάνατος ακονίζει
                                               το δρεπάνι του

Απλώνεις το χέρι και ρίχνεις το σχοινί
                                            στους ναυαγούς
μα σαν πατήσουν στη στεριά  
                          οι ελπίδες τους πεθαίνουν

Όλοι περιμένουν την άνοιξη
                       όλοι κλαίνε για τον χειμώνα
Ο Βοριάς με τα καρφιά του
                                      μπαίνει στις σκηνές
κι αρπάζει τις κουβέρτες
                                    ξεσκεπάζει τα παιδιά
καρφώνει τα καρφιά του
                                 στης μάνας την καρδιά
Το χώμα μουλιάζει
 τα λασπόνερα λιμνάζουν στις λακκούβες
Τα παιδιά σε χάρτινες βαρκούλες
                       ζωγραφίζουν τα όνειρα τους
                                          για να ταξιδέψουν
μα τις τσακίζει ο Βοριάς
                                         στα μαύρα βράχια

Είναι φθινόπωρο ακόμα
                                     μα έρχεται χειμώνας
       και τον χειμώνα ο Βοριάς σταυρώνει

Οι βάρκες φθάνουν διαρκώς
               γεμάτες ναυαγούς ξεριζωμένους
με πίσω τους το θάνατο πιστό σκυλί
                                        να τους ακολουθεί

Κάποια παιδιά στην ακτή μαζεύουν
                                      γαλάζια βοτσαλάκια
                να τα κρεμάσουν στο λαιμό τους,
τους είπαν πως διώχνουν τα φαντάσματα
                                         και τα κακά πουλιά,
τους είπαν πως φέρνουν
                                       νωρίτερα την άνοιξη

Είναι όμως φθινόπωρο ακόμα
                           κι έρχεται φονιάς χειμώνας
τ’ αποδημητικά πουλιά ακολουθούν
                         οι αποδημητικές καταιγίδες
οι φουσκωμένα θάλασσες,
                                     οι σπασμένες βάρκες
                                                      οι πνιγμένοι

Όχι, δεν έχω άλλο πνευμόνι να φωνάξω
Κι  αυτό εδώ δεν είναι ποίημα
                          ένα μαγικό βοτσαλάκι είναι
να το πετάξουν τα παιδιά
                                  στο στοιχειωμένο σπίτι
να φύγουν τα κακά πουλιά
                                 να ‘ρθουν τα περιστέρια

                                    Γιάννης Ποταμιάνος

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Έρχεται χειμώνας


Έρχεται χειμώνας  

Φουσκωμένα κύματα,
                       ναυαγισμένες βάρκες
                                                           πνιγμένοι
Στη σκηνή η γιαγιά άναψε το γκάζι
            και τηγανίζει αυγά στο εγγονάκι της
Ένα χελιδόνι στο παράθυρο, τους κοιτάζει
                                                     με συμπόνια
Η σκηνή τινάχτηκε στον αέρα
                    το χελιδόνι πρόλαβε να πετάξει

Όχι αυτό δεν είναι όνειρο
                        είναι γνήσια πραγματικότητα
                             είναι η Μόρια της ντροπής

Βρε χελιδονάκι που ‘ρθες κι έχτισες φωλιά
                               έξω απ’ το παράθυρό μου
πες μου για τις μοναχικές καρδιές 
             που τρέμουν  στην πάχνη της αυγής
πες μου για τον άνεμο
                                   που σ’ έφερε κοντά μου
πες μου για τον αφρό της θάλασσας
                  που ‘βαψε άσπρη την  κοιλιά σου
πες μου για το μαύρο ουρανό
                                  που ‘βαψε τα φτερά σου
πες μου για το ξίφος του ξιφία
                   πού ‘κοψε στα δύο την ουρά σου
κι από τότε σχίζεις με το ψαλίδι σου 
                         το γαλάζιο σεντόνι τ’ ουρανού

Βρε χελιδονάκι πες μου για τις χώρες
                                                               του νοτιά
γιατί θέλουν να φύγουν από εκεί
                                                οι άνθρωποι τους
                              ζούσαν εκεί τόσους αιώνες;
Για πες μου χελιδονάκι μου
                                    για τα σιδερένια πουλιά
για τα μαύρα πουλιά της δυστυχίας
Πες μου για τις γκρεμισμένες
                                               όμορφες πολιτείες
        και για τα καραβάνια των ξεσπιτωμένων
Χελιδόνι μου ασπρόμαυρο
πες μου για την απόγνωση, για τον φόβο
                   και την πείνα των απονενοημένων
 Πες μου, δώσε μου υπόσχεση
                   πως την άνοιξη που θα μας φέρεις
θα φυτρώσουν γνήσια κόκκινα λουλούδια
                                         χωρίς αίμα ραντισμένα

Είναι φθινόπωρο ακόμα
                                  κι έρχεται φονιάς χειμώνας
Καλό ταξίδι λοιπόν χελιδονάκι μου
      κι εμείς εδώ θα σε περιμένουμε την άνοιξη,
                                        πονώντας και ελπίζοντας
να μας φέρεις μήνυμα ειρήνης
               απ’ τις δυστυχισμένες χώρες του νοτιά

                                              29 Οκτωβρίου 2019

                                               Γιάννης Ποταμιάνος

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

Η καρδιά μας σταμάτησε στο Έσσεξ


Η καρδιά μας σταμάτησε στο Έσσεξ  

Τα φορτηγά ψυγεία στριγγλίζουν
        στους μεγάλους δρόμους της Ευρώπης
Άνθρωποι σφιχταγκαλιασμένοι
                στα παγωμένα σωθικά τους
                                        ικετεύουν μια ανάσα
Φόβος και απόγνωση καλά κρυμμένα
                                     στα φύλλα της καρδιάς
και  κάπου σ’ αυτή την παγωνιά
             η ελπίδα ψάχνει ζεστασιά
                              σ’ άγνωστο παγωμένο χέρι
Σίγουρα αυτός που τρέμει δίπλα μου
                     χρειάζεται να μου κρατά το χέρι
Κι εγώ ένα πουλί που τρέμει
    με το δάκρυ στο βλέφαρό μου παγωμένο
Μα ο αέρας τελειώνει κι η πόρτα
                                 είναι ερμητικά κλεισμένη
Ήλιε της πατρίδας μου
                       σ’ έχω ακόμα στην καρδιά μου
Πως η τόση θαλπωρή
                    κι η τόση ομορφιά σου
                                            χάθηκαν για πάντα
Κι εγώ πως βρέθηκα σ’ ένα ψυγείο φορτηγό
                                                   ν’ αργοπεθαίνω
                          στους δρόμους της Ευρώπης;
Μάνα συγνώμη που δεν τα κατάφερα,
        ήταν ψεύτικο το όνειρο που μου ‘ταξαν
Κι εσύ τυφλή ελπίδα νεογέννητο γατάκι
ακόμα να ψάχνεις στο στήθος μου
                                                   μια ζεστή γωνιά
Το φορτηγό σταμάτησε
Που να βρισκόμαστε αλήθεια τώρα
                  σε κάποιο λιμάνι, σε κάποιο πλοίο;
Μα η πόρτα δεν ανοίγει όσο κι αν χτυπάμε
                                                     κι εγώ παγώνω
Το χέρι που κρατάει το δικό μου
                         έπαψε από ώρα να με σφίγγει
Μ’ ένα παγωμένο πουλί στη φούχτα μου
                                            ανεβαίνω στ’ άστρα
Έχω ανάγκη από ‘να ήλιο νοητό
         σ’ αυτή την παγωμένη σπηλιά θανάτου
Το φορτηγό,  όπως κι η καρδιά μας
                                       σταμάτησαν στο Έσσεξ

                                    26 Οκτωβρίου 2019

                                    Γιάννης Ποταμιάνος

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2019

Απανεμιά


Απανεμιά

Στη θάλασσα της στέρησης
                                      απανεμιά
Τρικάταρτος ο πόθος
                                 αταξίδευτος
Καλοδεχούμενη η καταιγιδα
                      ας ταράξει το βυθό
Να ξεκολλήσουν οι άγκυρες
     να ταξιδέψουμε στις θύελλες

                    Γιάννης Ποταμιάνος
                    (Μικρά κι ανήλιαγα)


Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2019

Αιμάσσουσα Συρία


Αιμάσσουσα Συρία  

Στην άκρη του δρόμου
                                   ένα κομμένο πόδι
Το παιδί ψάχνει το πόδι του
                                                    πόλεμος
Οι οβίδες σφυρίζουν στον ουρανό
Οι σκύλοι ουρλιάζουν
                                        οι μάνες κλαίνε
Στα μεγάλα μάτια των παιδιών
                                                    η απορία
Ένα κομμένο πόδι
μες στις άγριες μαργαρίτες
                                                 αιμορραγεί
Τα περιστέρια τρομαγμένα
                πετούν όλα μαζί στον ουρανό
Όχι δεν υπάρχει θάλασσα
                                         σ’ αυτά τα μέρη
μόνο ένα φτωχό ποτάμι
                                               γεμάτο αίμα
Στην άκρη του δρόμου
   το παιδί βρίσκει το κομμένο πόδι του                            
Στην άκρη του δρόμου
το παιδί χάνει τα όνειρά του
           ανάμεσα στις άγριες μαργαρίτες
Τρομαγμένα τα περιστέρια
                τα κατάπιε το μαύρο σύννεφο
Νεκρά τα περιστέρια έπεσαν στο χώμα
Τα κοράκια ανυπόμονα κοιτούν
                    απ’ τις γκρεμισμένες στέγες
Οι στρατιώτες της νύχτας
                      μ’ ένα δρεπάνι φεγγαρίσιο
       λαβώνουν κορμιά, θερίζουν όνειρα
Σπίτια γκρεμισμένα
         ατέλειωτα κοπάδια οι ξεριζωμένοι
Γέροι, μάνες και παιδιά
                      όλοι φεύγουν πανικόβλητοι

Άλλη μια φορά χαίνουν οι πληγές
                            στην αιμάσσουσα Συρία
                                                       

                                    12 Οκτωβρίου 2019
                                    Γιάννης Ποταμιάνος