Χιμαιρικός Νοέμβρης
Κι όμως δεν υποτάχτηκα ακόμα
επιμένω αγέρωχο καμπαναριό
Να στέλνω στον αέρα
πότε πένθιμες και πότε χαρούμενες
τις κωδωνοκρουσίες μου
Πρώτα
Ήχοι , ψαλμωδίες που με γαλούχησαν
κι ο Παπαβασίλης Βυζαντινό αηδόνι
που κελαηδούσε
απ’ τον άμβωνα το δωδέκατο ευαγγέλιο
Α ρε μνήμες παιδικές
θυσαυρισμένη νοσταλγία!
Κι
ύστερα οι μεγάλες στιγμές
Κραυγές, συνθήματα, διαδηλώσεις
Κάτω η χούντα, δεν περνάει ο φασισμός
Ψωμί, παιδεία, ελευθερία!
Η θύελλα κι ο φόβος
Κι η γλυκιά οσμή του αίματος
που ανασύρεται απ’ το βυθό
και πάνω απ΄ όλα η άσβεστη αίσθηση
του χρέους και της αξιοπρέπειας
Α ρε ‘συ νιότη των άδολων αγώνων μου
των γηρατιών καμάρι!
Ο χρόνος ανεπίστρεπτος ποταμός
τσακίζει τα όνειρά μου
Κι όμως δεν υποτάχτηκα ακόμα
Όσο ο βυθός αναμοχλεύεται τα βράδια
και το όνειρο αντιστέκεται ζείδωρο
είμαι κοντά σας
να τοξοβολώ τον εφησυχασμό
με λέξεις βουτηγμένες στο μαύρο αίμα
της Λερναίας Ύδρας
Πως αλλιώς αφού θησαύρισα τα όνειρα
όσων τόλμησαν
να κοιτάξουν κατάματα την αδικία;
Κι αυτό το φαράγγι μαχαιριά
στο σώμα του γρανιτένιου βράχου
επιμένει ν’ αντιλαλεί τις κραυγές πόνου
αυτών που αντιστάθηκαν στα φουσάτα
περιφρονώντας το θάνατο
Όχι δεν υποτάχτηκα
Γι αυτό ακόμα και στην κάθοδο
άσβεστη φωτοβολίδα
επιμένω να φωτίζω πολύχρωμο τον ουρανό
Πως αλλιώς αφού μέχρι να ξημερώσει
έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη
από όνειρα πολύχρωμα;
Μήνας Νοέμβρης από σήμερα
Μήνας χιμαιρικός,
της ουτοπίας, της νοσταλγίας
και της περηφάνιας μας
Ας τον καλωσορίσουμε λοιπόν
αναζητώντας στον κοραλλιογενή βυθό μας
τα μαργαριτάρια των αξιών
των νεανικών ονείρων μας
Αχ τι γλυκές που ‘ναι οι νύχτες του Νοέμβρη
σαν έχεις αγώνες να θυμάσαι!
Γιάννης
Ποταμιάνος
Κι όμως δεν υποτάχτηκα ακόμα
επιμένω αγέρωχο καμπαναριό
Να στέλνω στον αέρα
πότε πένθιμες και πότε χαρούμενες
τις κωδωνοκρουσίες μου
Πρώτα
Ήχοι , ψαλμωδίες που με γαλούχησαν
κι ο Παπαβασίλης Βυζαντινό αηδόνι
που κελαηδούσε
απ’ τον άμβωνα το δωδέκατο ευαγγέλιο
Α ρε μνήμες παιδικές
θυσαυρισμένη νοσταλγία!
Κραυγές, συνθήματα, διαδηλώσεις
Κάτω η χούντα, δεν περνάει ο φασισμός
Ψωμί, παιδεία, ελευθερία!
Η θύελλα κι ο φόβος
Κι η γλυκιά οσμή του αίματος
που ανασύρεται απ’ το βυθό
και πάνω απ΄ όλα η άσβεστη αίσθηση
του χρέους και της αξιοπρέπειας
Α ρε ‘συ νιότη των άδολων αγώνων μου
των γηρατιών καμάρι!
Ο χρόνος ανεπίστρεπτος ποταμός
τσακίζει τα όνειρά μου
Κι όμως δεν υποτάχτηκα ακόμα
Όσο ο βυθός αναμοχλεύεται τα βράδια
και το όνειρο αντιστέκεται ζείδωρο
είμαι κοντά σας
να τοξοβολώ τον εφησυχασμό
με λέξεις βουτηγμένες στο μαύρο αίμα
της Λερναίας Ύδρας
Πως αλλιώς αφού θησαύρισα τα όνειρα
όσων τόλμησαν
να κοιτάξουν κατάματα την αδικία;
Κι αυτό το φαράγγι μαχαιριά
στο σώμα του γρανιτένιου βράχου
επιμένει ν’ αντιλαλεί τις κραυγές πόνου
αυτών που αντιστάθηκαν στα φουσάτα
περιφρονώντας το θάνατο
Όχι δεν υποτάχτηκα
Γι αυτό ακόμα και στην κάθοδο
άσβεστη φωτοβολίδα
επιμένω να φωτίζω πολύχρωμο τον ουρανό
Πως αλλιώς αφού μέχρι να ξημερώσει
έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη
από όνειρα πολύχρωμα;
Μήνας Νοέμβρης από σήμερα
Μήνας χιμαιρικός,
της ουτοπίας, της νοσταλγίας
και της περηφάνιας μας
Ας τον καλωσορίσουμε λοιπόν
αναζητώντας στον κοραλλιογενή βυθό μας
τα μαργαριτάρια των αξιών
των νεανικών ονείρων μας
Αχ τι γλυκές που ‘ναι οι νύχτες του Νοέμβρη
σαν έχεις αγώνες να θυμάσαι!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου