Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

Τετελεσμένος μέλλοντας

Τετελεσμένος μέλλοντας  

Ο μέλλων δεν είναι ποτέ τετελεσμένος
ακόμα και το πέταγμα μιας πεταλούδας
                                μπορεί να τον αλλάξει

Μην ακούτε τους προφήτες
               αυτοί είναι υπηρέτες των θεών

Ο μέλλων δεν είναι ποτέ τετελεσμένος
ανήκει στους τολμηρούς  
                                      και τους γενναίους  

Μια πόλις μαγική στο βάθος,
                                 πέραν των οριζόντων
φωτίζει και εμπνέει
                                 τους κατατρεγμένους

Μην ακούτε τους προφήτες
                       συνωμοτούν στην απραξία
 Ο μέλλων δεν είναι ποτέ τετελεσμένος
                   μας ανήκει και μας περιμένει

                                   Γιάννης Ποταμιάνος

Κυριακή 21 Ιουνίου 2020

Τώρα


Τώρα  

Γι αυτό το σύννεφο
                       που ταξιδεύει στον Μαΐστρο
χρειάζομαι μια απόχη
κι ένα μπουμπουνητό απ’ τη βουνοκορφή
έτσι που να τρέμει η γη
όπως περιμένοντας υγρό στον πόθο
                                 το κορμί των κοριτσιών

Μαζί μ’ αυτό το σύννεφο
                        που ταξιδεύει στον Μαΐστρο
χρειάζομαι εσένα
ν’ ακουμπάς στον ώμο μου
                                             καρδιοχτυπώντας
Και με τις πρώτες σταγόνες της βροχής
                    να ξεδιψάσουμε με το φιλί μας

Φίλησέ με τώρα
       γιατί ο ουρανός μπορεί να ξαστερώσει

Και που να ξαναβρείς σύννεφο
τώρα που φεύγει η άνοιξη
                                         κι έρχεται καλοκαίρι

                                                                                    Γιάννης Ποταμιάνος

Τρίτη 16 Ιουνίου 2020

Μυσταγωγία


Μυσταγωγία  

Κι όταν ο πόνος καταλάγιασε
                                               κι έγινε θλίψη
Κατέβηκες απ’ το σύννεφο
            με την καρδιά μου στα χέρια σου
Όπως κρατάει ο παπάς
            το δισκοπότηρο με τη μεταλαβιά

Της θλίψης σου η ομορφιά
                                      το ασημένιο δάκρυ
έτοιμο να κυλήσει
                        στην άκρη των χειλιών σου
Έτσι που η αλμύρα του να νοστιμίζει
                                   μνήμες καλοκαιρινές

Κι όσα λόγια δεν σου είπα
                                  έγιναν τριαντάφυλλα
Κάθε φύλλο κι ένας πόθος
                                          άλικος σαν αίμα
Κι εγώ να ξεφυλλίζω
                  το «μ’ αγαπάς δεν μ’ αγαπάς»

Έτσι που στο τέλος
να κρατώ σφιχτά στο χέρι μου
      τον πράσινο μίσχο με τ’ αγκάθια του
και μια σταγόνα αίμα
                                  στ’ ακροδάχτυλά μου

Κι έγινες εσύ πάλι κόκκινο σύννεφο
                  και χάθηκες στο ηλιοβασίλεμα
κι έμεινα εγώ με το αίμα στα δάχτυλα
                  να βλέπω την νύχτα να ‘ρχεται

                                                                            Γιάννης Ποταμιάνος

Σάββατο 6 Ιουνίου 2020

Ο λοφοσείστης Έκτορας


Ο λοφοσείστης Έκτορας 

Πάντα ορμητικός
όπως ο χείμαρρος ροβολάει 
              παρασέρνοντας τις μαύρες πέτρες

Πάντα σκοτεινός
                       όπως η συννεφιασμένη δύση
Με την ωραία μελαγχολία του
                         να πυρπολεί την Ανδρομάχη

Σιωπηλός
        αναλογίζεται τη συνωμοσία των θεών
Και δίπλα η λευκοχέρα Ανδρομάχη
                                         φοβάται και πονάει

Ξέρει πως δεν υπάρχει άλλη επιλογή
                         παρά να πεθάνει μαχόμενος
Όλοι αυτό περιμένουν
      θεοί και άνθρωποι, ακόμα κι η ποίηση
ετοιμάζει για σάβανο,
                                     γόους  και μοιρολόγια
                                             
Ίσως  θα ‘πρεπε να περιμένει ασφαλής                                                    
    μέσα στης Τροίας τα τείχη τα απόρθητα
κι όχι να κυνηγάει τους Αχαιούς
    στις πράσινες πεδιάδες του Σκάμανδρου

Ίσως θα ‘πρεπε ν’ αναλογίζεται τη ζωή
                        κι όχι να προκαλεί το θάνατο

Μ’ αυτός με το βλέμμα του αετού
                                     αναμετράει το μέλλον
Ξέρει πως στους δύσκολους καιρούς
                                     δεν αρκούν τα όνειρα
             χρειάζεται οργή θυσία και θάνατος

Έτσι ψάχνει να ξαναβρεί τα φτερά του
για να πετάξει μαζί τα πουλιά
                                          στη ρόδινη ανατολή

Κι αφού είναι ύβρις της λευτεριάς ο πόθος,
όταν οι θεοί σε θέλουν
                                      ταπεινό κι υποταγμένο,
το ορειχάλκινο δόρυ
του ισόθεου Μυρμιδόνα Αχιλλέα
             του τρύπησε πέρα για πέρα το λαιμό
Μόνο του λάρυγγά του οι χορδές
                                               έμειναν αλώβητες
ώστε ματαίως να εκλιπαρεί
                                         αξιοπρέπεια θανάτου

Έτσι τώρα ο λοφοσείστης Έκτορας, δεμένος
                  στο άρμα του σιδερόκαρδου Αχιλλέα
    σέρνεται μπρούμυτα σε γύρο του θριάμβου
έξω απ’ τις πύλες τις σκαιές της πόλης
                                         που τόσο πολύ αγάπησε
Κι η ποίηση μεγαθύμως μελωδεί 
τους επιτάφιους θρήνους της
                                 για τον νεκρώσιμό του νόστο

                                                   Γιάννης Ποταμιάνος