Τετάρτη 29 Απριλίου 2020

Ενύπνιο


Ενύπνιο

Σήμερα έχει ξαστεριά
        μ’ αρίφνητα να λαμπιρίζουν
                                          τ’ άστρα τ’ ουρανού
Με το πέταγμα της νυχτερίδας
                                  να ταράζει τ’ όνειρό μου
και τον πόθο ακόρεστο
                            στα ιδρωμένα μου σεντόνια

Εσύ δίπλα μου να χαμογελάς
                                                   στο όνειρό σου
κι ανάμεσά μας αγεφύρωτη η χαράδρα  
                                                          της σιωπής                                                      
Πως αλλιώς αφού τα όνειρα
                                     μοναχικά σπαράγματα;

Ίσως ήταν το λάλημά του πετεινού
                       ίσως κάποιο περαστικό αερικό
Πάντως τότε ήταν που ξυπνώντας
ένοιωσα
        δίπλα στο ζυγωματικό μου το άγνωστο
 και ομιχλώδες πρόσωπο του απερρινόητου

Κοίτα, μου είπε, τ’ άστρα τ’ ουρανού
ή αν προτιμάς αναλογίσου τα κύτταρα
                                                του σώματός σου
το πραγματικό είναι το ενδιαίτημα
                                               του απερρινόητου
όπως ακριβώς
το πεπερασμένο είναι η φωλιά του απείρου

Κοίτα τη φύση
που στις μαύρες σκοτεινές σπηλιές της
        επωάζει την υπέρβαση της φυσικής της,
κοίτα τη ζωή, που
στο απαρέμφατο και απερινόητο του θανάτου
                                 γεωμετρεί την αθανασία της

Εγώ, είπε, δεν έχω σχήμα ούτε και σωσία,
     είμαι μόνο μια πολυπλοκότητα
                                                 πέραν του λόγου,
είμαι ένα παράθυρο στη σκέψη
όπου κατατείνουν τα αποδημητικά πουλιά
                                                        του λογισμού
είμαι τόσο μακρινό μα και τόσο εντός σου
          που με νοιώθεις αλλά δεν με γνωρίζεις

Αυτά μου ψιθύρισε το ομιχλώδες πρόσωπο
                                               του απερρινόητου,
κι ο ύπνος μου πέταξε στ’ αστέρια
                                             ως το γλυκοχάραμα
Μα κουράστηκε το νυχτοπούλι
                          στις νυχτερινές του περιπολίες
        και κούρνιασε πράο στα ματόκλαδά μου
Έτσι αποκοιμήθηκα βαθιά στης αμφιλύκης
                                                               το ημίφως
Με σένα δίπλα μου να χαμογελάς
                                                      στο όνειρό σου
και μες στην πάχνη της αυγής
           το λάλο ενύπνιο του άρρητου
                                    ν’ αναρριχάται στ’ άστρα

                                                                            Γιάννης Ποταμιάνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου