Πάρθιο βέλος
Σε στάση εμβρυακή, κρύφτηκα
στις σκοτεινές γωνιές
της
νοσταλγίας μου
Εκεί όπου βρήκαν καταφύγιο
οι νυχτερίδες
των παλιών ονείρων μου
Το έρκος των κυπαρισσιών
ορίζει το σύνορο
Εκείθεν τα μνήματα των πόθων
κι εντεύθεν εγώ να ονειρεύομαι
την ανάστασή
τους
Κάπου ψηλά στ’ αστέρια
το μεγάλο
σκηνικό
Φωταγωγημένος πολυέλαιος
ο παντοκράτωρ ουρανός
κι η νοσταλγία μου προστάζει
δυσπιστία στο
μέλλον
Η αδράνεια των πόθων μου
ρίχνει άγκυρα
καθολική η αντίσταση στη
φθορά
να
μην με παρασύρει η χρονοδίνη
Στο μάτι του κυκλώνα λίγη
γαλήνη
Καιρός να αποσυρθούν οι
τριήρεις
στους νεώσοικους
Δεν καταλαβαίνω μα
διαισθάνομαι
τον επίλογο
Μου κρύβεσαι στις σκοτεινές
γωνιές
της άγνοιας
αθόρυβη κι αφώτιστη
στις αμφισημίες σου
Όλα τα σύγχρονα κλειδιά
δοκίμασα
κι ακόμα να σε ξεκλειδώσω
Μα εσύ κρατάς ζηλότυπα
τα μυστικά σου
απλησίαστη και δισυπόστατη
ξεφεύγεις
απ’ τις κλειδαρότρυπες
Ακόμα κι η ευταξία που
τακτοποιεί
την τυχαιότητα
που κουβαλάει στα κάνιστρά
της
αρίφνητα άστρα
δεν μπορεί να φυλακίσει
την αμφισημία σου
Όμως ευτυχώς το πάρθιο βέλος
που
μας έριξε ο έρωτας κατάστηθα
ήταν
εύστοχο
γι’ αυτό κλεισμένος στο
καταφύγιο
της
νοσταλγίας μου σ’ αναπολώ
κι ας μη σε καταλαβαίνω σ’
αγαπώ ζωή
Γιάννης Ποταμιάνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου