Μια ανατολή που επιμένει
Τραγουδάει
η θάλασσα
στ’ αυτιά των κοχυλιών
Λίγο
ακόμη πριν σταματήσει
ο σφυγμός της νύχτας
σφυρίζουν οι άνεμοι τραγούδι
Κάπου
εδώ κελάηδησε κι ο πετεινός
ώρα να θυμηθούμε όσα προδώσαμε
ώρα να θυμηθούμε τ’ αδικοχαμένα
Η
νύχτα δεν νοιάζεται
για το ταξίδι μου στ’ αστέρια
για
το τραγούδι των σειρήνων
στις σχισμές των
βράχων
για
τ’ όνειρο της φώκιας
που παφλάζει στο θαλάσσιο θαλάμι
Η
νύχτα νοιάζεται
μόνο για την οιμωγή
τ’ αδελφοκτόνου
γκιώνη
που
σχίζει το σκοτεινό ουρανό
για να περάσει ο ήλιος
Η
νύχτα φεύγει
για
να φωτίσει το μαύρο ουρανό
το χαμόγελο του
Ήλιου
Το
κοφτερό δρεπάνι του φεγγαριού
θερίζει τα τελευταία
όνειρα
τα ορθρινά
το
αίμα τους αχνίζει στις βουνοκορφές
για να υποδεχτεί τη
μέρα
Η
νύχτα φεύγει
Η
νύχτα που μου χάρισε απόψε
μια άσπρη έρημο, μια άδεια σελίδα
αλλά
και μια όαση χαμένη
κάπου πέρα στον ορίζοντα
ανάμεσα
στις θίνες
για ελπίδα
Εκεί
στο περιθώριο του λευκού
στης όασης το μαύρο χώμα
θα
σκάψω βαθειά
να εξορύξω κρυμμένους θησαυρούς
που
καρτερούν το φως του ήλιου
για να λάμψουν
Λάλησε
ήδη τρεις φορές ο πετεινός
η
νύχτα φεύγει
Η
μέρα έρχεται κι ο ήλιος που μετράει
τα κουφάρια των ονείρων
βιάζεται
να φέρει την ελπίδα
τα χαμογελαστά μάτια των παιδιών
Μήγαρις
το λυκαυγές
δεν διώχνει πάντα το
σκοτάδι;
Μήγαρις
πάντα το αίμα των ονείρων
δεν στρώνει κόκκινο χαλί στη μέρα;
Γιάννης Ποταμιάνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου