Ταξιδιώτης του φωτός
Πλαταίνει ο ορίζοντας
καθώς το καράβι
της ποίησης
οιακίζει πλησίστιο
στης γλώσσας τον ωκεανό
Ο βιγλάτορας δεμένος
στο κατάρτι
ανιχνεύει το βυθό
κι ακούει τους ανέμους
να παίζουν φλάουτο
στ’ αυτιά
των κοχυλιών
Η γλώσσα είναι η θάλασσα
όπου το μυστήριο
του βυθού αδελφώνει
με την απεραντοσύνη του ορίζοντα
έτσι που η αφωνία να είναι καρπερή
και να γεννοβολάει κάλος
Απ τις θαλασσινές σπηλιές η φώκια
στέλνει το μοιρολόγι
της στον άνεμο
για να κοινωνεί
τη μοναξιά της
έτσι ακριβώς, γιατί
η αγωνία του εγώ
με την κραυγή απαλύνεται
σε πληθυντική συναγωνία
Πως αλλιώς αφού
η συν-αίσθηση με το αλλότριο,
η συνομιλία με το ανείπωτο
κι η συνουσία με το ποθητό
θρυμματίζουν τα εγώ στις ψηφίδες τους
και τα αναδομούν
μειγνύοντας τα ψήγματά τους
με την ελπίδα της αναγέννησης;
Η γλώσσα είναι έρημος
κι ο ποιητής ταξιδιώτης του φωτός
περπατάει στους κατοπτρισμούς της,
ξαγρυπνά στην αμφιλύκη της
ψηλαφίζοντας τ’ αστέρια
τουτέστιν
διαχέεται στην απεραντοσύνη της
συνομιλώντας με το άρρητο
Η γλώσσα είναι έρημος
έτσι που καβάλα στο στίχο να πορεύεσαι
διευρύνοντας και διερευνώντας
Η γλώσσα είναι έρημος
κι η ποίηση
ένα ταξίδι στη απουσία της
ψάχνοντας ελπίδα και συνεύρεση
Η γλώσσα είναι έρημος
κι η μοναξιά ενδημικό πουλί
της
που έχτισε φωλιά στο στήθος μου απόψε
και κελαηδάει λυπητερό τραγούδι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου