Κυριακή 5 Αυγούστου 2018

Λευκά σουδάρια


Λευκά σουδάρια  

Πυρπολημένος ο ξανθός Ιούλιος
                                        μπαρουταποθήκη
Χειροβομβίδες
                     τα πυρομαχικά των πεύκων
Μυστική θυσία ετοίμαζαν οι Ιερείς
                                      με θυμιατό ρετσίνι
Γαύγιζαν τον ήλιο τα τελώνια
      οι άνεμοι ακόνιζαν τα μαχαίρια τους
                                                    στα βράχια
Σπιλιάδες και ριπές ανεμοστρόβιλου
           στις κοιλάδες θέριεψαν οι φλόγες
Οι σπινθήρες αναμείχθηκαν με τ’ άστρα
                                         τέτοιος χαλασμός
Που να ‘βρεις μονοπάτι για τη θάλασσα
                                           μια τέτοια νύχτα
Όλα μια φλόγα
                κι ο καπνός μαύρος καβαλάρης
            να τρίζουν τα κόκαλα των πεύκων
Στην πνιγμονή της στάχτης
    ο παφλασμός του κύματος παρηγοριά

Πυρομανής άνεμος
                  κατά μήκος του μαντρότοιχου
κι εσύ ξοπίσω απ’  το σκυλί
                                 με το χαμένο ένστικτο
Δέος, βρισιές καραγωγέα,
                                       συρματοπλέγματα
            δεν υπάρχει μονοπάτι στα κρεμνά

Δυνατός ο άνεμος, έπιασε τόπο η θυσία
Ορθόπλωρος απέπλευσε
                                   ο στόλος των Αχαιών
μα θα επιστρέψει
                         απ’ τα στενά του Καφηρέα
Κι εσύ Κάλχα ας τραβάς τα γένια σου
                             προβλέποντας εκατόμβη

Χωρίς οίκτο η δύση πυρπολεί
                                      τις κορυφογραμμές
Χωρίς λέξεις η ασύμμετρη φλόγα
                                        τα λέει με το κύμα
Νηπενθής ο άνεμος
                μεταφέρει την ασύνορη κραυγή
Στης αγωνίας την ακτογραμμή
                                 πυρώνονται οι βράχοι
Κι εσύ χαμένος στα συρματοπλέγματα
                                 αδαής της χωροταξίας
αναρωτιέσαι τα πως, τα πότε, τα γιατί
                   της πυρκαγιάς και του ανέμου

Έτσι:
Απολογισμού πρώτο

Και τούτο το καλοκαίρι
άλλη μια σκιά στην ακτινογραφία
                               του πνεύμονα της πόλης
Η αρχαία σκουριά επιμένει
                να σαπίζει της πατρίδας το σκαρί
Το ρετσίνι ψάχνει τη φωτιά του,
                    κρώζοντας φεύγουν τα πουλιά
Τη νύχτα θρηνούν οι σκύλοι
                               το χαμένο ένστικτό τους

Απολογισμού δεύτερο

Πρόσωπα ορφανά,
      καλυμμένα με λευκά σουδάρια,
                                            κι εξετάσεις DNA
Στάχτη και καπνιά
        οι φλόγες έφτασαν στη θάλασσα,
                                    τι άλλο μένει να καεί;

Απολογισμού τρίτο

Μυρωδιά θανάτου, πόνος άφωνος
                     παράλυτες φωνητικές χορδές
λέξεις μισές ακρωτηριασμένες
               με τα σωθικά τους να καπνίζουν
                                 στα συρματοπλέγματα
πώς να μιλήσεις;

Απολογισμού τέταρτο

Παίζει στο κύμα ο ασημένιος γλάρος
με άλλη μονάδα αυτός
                     μετράει το μπόι του θανάτου

Απολογισμού ακροτελεύτιο

Κι αυτοί άδουν τυμβωρυχόντας
                              καταμεσής στις στάχτες,
ερίζοντας για το στέμμα και το σκήπτρο

                                     2 Αυγούστου 2018
                                                                        Γιάννης Ποταμιάνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου