Γαληνεύοντας
Κάθε
πρωί αφήνει το πρόσωπό του
στην είσοδο ενός μεγάλου κτηρίου
φοράει
στο πέτο του την πινακίδα
με τον αριθμό του
και
μπαίνει, οπλισμένος τη σιωπή
στη γραμμή παραγωγής
το
βράδυ παίρνει πίσω τη φωνή του
και το πρόσωπό του
με μερικές ρυτίδες παραπάνω
και
γυρνάει στη φυλακή του καναπέ του
Κάθε
βράδυ ταξιδεύει
σε φανταστικές
πολιτείες
σε
εξωτικές παραλίες
με
όμορφες γυναίκες
Αλλά
κάπου εκεί
στην εικονική πραγματικότητα
χάνει ξανά το πρόσωπό του
Μόνο
κάποια απροσδιόριστα όνειρα
τον
ξυπνούν αργά το βράδυ
κι
ιδρωμένος
ψηλαφίζει με αγωνία τις ρυτίδες του
Ένας
ψίθυρος βγαίνει τότε απ’ τα χείλη του
«Πολλά
τα χαμένα πρόσωπά μου
πολλά τα χαμένα όνειρά μου»
Και
τότε
κάτι βαθύτερο κι απ’ την αυτοσυντήρηση
τον κυριεύει,
κάτι
πέρα κι απ’ τη γαλήνη, φτιαγμένο
από μικρές πολύχρωμες
ψηφίδες
που
όμως μοιάζει ομοιογενές και ενιαίο
αυτονόητο όπως το
παράλογο
Εύοσμο
όπως ένα τριαντάφυλλο
που μοιράζει απλόχερα Ελπίδα
πέραν του θανάτου
Έτσι
μια τελευταία ανάσα πριν το νήμα
ερωτεύεται τον άγνωστο προορισμό του
και
ελεύθερος πλέον της αγωνίας
βρίσκει ξανά το χαμένο πρόσωπό του
Πως
αλλιώς αφού
Πέραν
της αυτοσυντήρησης και της υποταγής
φυσούν
οι αέρηδες
στα αρχιπελάγη της ελευθερίας;
Γιάννης
Ποταμιάνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου