Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

Η πυξίδα


Η πυξίδα

Χτυπάει ο ήλιος τις παρειές
                            των Καρυάτιδων,
Γδέρνει ο άνεμος
                           το χαμόγελό τους                                           
να φέρνει μαρμαρόσκονη
                           στους πελαργούς
π’ ασπρίζουν τ’ αυγά τους
                             στο καμπαναριό
της εκκλησιάς
              όπου ηχούν οι καμπάνες
και στέλνουν τις δονήσεις τους
      στους χαλασμένους βράχους,
που με τα σάπια δόντια τους
          μασάνε πουλιά και δέντρα,
και καταπίνουν αμάσητη
                            ολάκερη τη μέρα
Για να ‘ρθουν τα μεσάνυχτα
                νεράιδες των σπηλαίων
και μια όμορφη μάγισσα
                         με μαγικό ραβδάκι
να μας στιλβώνει τ’ όνειρο,
                με στήσεις για κορίτσια
που τα στητά τα στήθη τους
           μας δείχνουν βόρειο πόλο 
                   

                      Γιάννης Ποταμιάνος

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Του άγνωστου εργάτη


Του άγνωστου εργάτη 

Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη
              οι στρατιώτες στα εργοστάσια
φυτρώνουν όπως τα δέντρα
                                    στις ακροποταμιές
             η πείνα κι η αδικία τους ποτίζει

Ο κήρυκας με στεντόρεια φωνή
             αναγγέλλει τους νέους οδηγούς
 ο ένας είναι μηχανοδηγός
                                κι ο άλλος οικοδόμος

Τη νέα μέρα της φωτιάς
       τ’ αψηλά τείχη γκρεμίζονται
                                                κι οι θυρεοί
των παλιών αρχοντικών γίνονται   
       εκθέματα σε μουσεία προϊστορίας 

Τη νέα μέρα της φωτιάς
                νέες αξίες αβάπτιστες ακόμα
χαμογελούν όπως νήπια στη νέα μέρα
Η κοινωνία έξαλλη μαινάδα
                  φτύνει τους προπάτορές της
κι η παλιά εξουσία όπως
                                όχεντρα φαρμακερή 
          σέρνεται στη σχισμή του βράχου
λαβωμένη κι ύπουλη να περιμένει

Τη μέρα της φωτιάς, φωνές παντού,
         οι ίδιες φωνές των φαντασμάτων
όσων πέθαναν
       στις σκοτεινές στοές των ορυχείων
επίμονα ζητούν το μπόι τους
ζητούν μια θέση
      στο μνημείο του άγνωστου εργάτη

Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη
οι νέες ιδέες φυτρώνουν στις γραμμές
                                          των ποιημάτων
η πέννα τις σκαλίζει
                         για να μεστώνει ο πόθος
να ωριμάζουν στο στήθος οι ιαχές
                                 να γίνονται παιάνας

Για τη μέρα της φωτιάς ετοιμαστείτε
αφού η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη
τα στήθη μας ας γίνουν οδοφράγματα
                   για μια θέση όλων στον ήλιο
Κανένας πιο ίσος απ’ τον άλλον
Κι όλοι μαζί να χτίσουμε
         το μνημείο του άγνωστου εργάτη

                                    30 Νοεμβρίου 2014
                                    Γιάννης Ποταμιάνος


Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2015

Πέρα απ’ τους κανόνες των θεών


Πέρα απ’ τους κανόνες των θεών 

Το πλοίο βρήκε επιτέλους τη ρότα του
             διασχίζει της προβλήτας τις οξώπετρες
και εισχωρεί ορθόπλωρο
                     στον απάνεμο κόλπο του λιμανιού

Δονείται
περήφανα κορνάροντας όπως εκσπερμάτωση
υφαρπάζοντας την οργασμική συναίνεση
                                  των σπασμών του κύματος

Στο βάθος ο φάρος
σκληρός και θαλερός διακορεύει
                                τον γκρίζο υμένα τ’ ουρανού
φωτίζοντας, έστω στιγμιαία,
                                 τα μαύρα πάθη του ανέμου
καθώς σκάει το κύμα της θύελλας
                   στα πέτρινα μαχαίρια των οξωλίθων

Και πώς να υπάρξεις αυτοδύναμος
                                  σε τέτοια πάθη αβυσσαλέα
μ’ ένα σώμα που έλιωσε στο χρόνο σαν κερί,
που κάηκε σαν δαδί αναδίνοντας οσμή
                                           από ρετσίνι και καπνιά

Αχ Ουρανέ πατέρα του χρέους και του λόγου
                                                        δώσε μου χώρο
πέρα απ’ το καθήκον να υπάρξω
                          πέρα απ’ τους κανόνες των θεών
Αφού ελευθερία είναι η επιλογή
πέραν του στημένου παιγνιδιού της ειμαρμένης
εκεί στο χώρο του άρρητου
            στην έρημο των κάκτων και των ερπετών
Όπου διψασμένος περιμένω τη βροχή
           όπως αμμόλοφος με το καμένο πρόσωπο
όπως πέτρα αλεσμένη στον ήλιο και στον άνεμο

Αχ μητέρα θάλασσα
όπως υπερωκεάνιο ταξιδεύω διαρκώς
                                         στην απεραντοσύνη σου
ν’ ακούω στις συγχορδίες των κυμάτων σου
      τον ψίθυρο που ανεβαίνει απ’ στο βυθό σου

Το συκώτι μου μάνα Θάλασσα
                               η καρδιά μου πατέρα Ουρανέ
σε σας ψάχνω τα κομμάτια μου
                              που έχασα στις ξέρες της ζωής


                                     2 Δεκεμβρίου 2014

                                    Γιάννης Ποταμιάνος