Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Όπως ο ψαράς


Όπως ο ψαράς 

Είναι μαύρο το βάραθρο,
                             είναι βαθύ το σκοτάδι
και μέσα του κατακρημνίζεται το φως
Δώστε του ένα βουνό
                                και θα ξεράσει λάβα
Δώστε του ένα αστέρι
                             και θα κεράσει έκρηξη 

Είναι βαθύ το βάραθρο
                              μαύρο σαν το σκοτάδι
Κάθισε στο πεζούλι του όπως ο ψαράς
     και ρίξε μια πετονιά στο αχανές του
Κούνα τ’ αγκίστρι σου πάνω κάτω
                       να πιάσεις τα σωθικά του,
τράβα το με δύναμη να ξεριζώσεις
                                           το σπλάχνο του
και μετά πέταξέ το στα ουρανόσκυλα
                        που έρχονται αλυχτώντας
απ’ τα αλίπεδα του γαλαξία,
μπας και ημερέψουν
               πριν τα ξημερώματα
                                         και κοιμηθούμε
Που θα πει πως θ’ αρμενίζουμε
                                             σ’ αρχιπελάγη
     και σ’ αλμυρά κορμιά των κοριτσιών
Που θα πει πως θ’ αλητέψουμε
                                         ως το ξημέρωμα
πριν το φως της μέρας αφανίσει
                       τις ταξιαρχίες των άστρων
 κι το θάμβος του φωτός
                      μας κοντύνει τον ορίζοντα

Ας είναι βαθύ το βάραθρο
                                 ρίξε την πετονιά σου
μετάρσιος βράχος να πιαστεί
                                   να γίνει λαμπηδόνα
κι η οιμωγή του ας ακουστεί
                               στο έρεβος της νύχτας

                           11 Δεκεμβρίου 2013
                            Γιάννης Ποταμιάνος


Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Με το πρόσωπο δεμένο για πανί

Πρόσωπο Πανί

Με το πρόσωπο δεμένο για πανί   

Το καράβι είναι ιστιοφόρο
          και στο κατάρτι του δεμένο για πανί
το πρόσωπό μου
να κοιτάζει κατάματα την καταιγίδα
                                    με προσμονή και δέος

Κάθε ταξίδι απαιτεί πέτρινο βωμό
                                θυσία απ’  το συκώτι σου
και στο χώμα σπονδή με αίμα και κρασί
Αλλιώς με το πανί σου ξεφούσκωτο
                                                       προσμένεις
και ποθείς το δειλινό
                        για ψεύτικο ταξίδι στ’ άστρα

Έτσι ακριβώς, αντί για προσμονή η θυσία
                               με τίμημα συκώτι κι αίμα
και πάλι αν σου τύχει το ταξίδι,
αφού ταξίδι
     είναι ο στροβιλισμός των πόθων
                                               στο κεφάλι σου
Κι όπως κάθε στρόβιλος εκτροχιάζει
                               τα τραίνα απ’ τις γραμμές
εξοκέλλει τα πλοία απ’ τις πορείες τους
Και βέβαια τα όρια!
Το ταξίδι αναθεωρεί τα όρια και τις πορείες,
αμφισβητεί τους ορισμούς
                        αναδιατυπώνει τα ερωτήματα
Ψάχνει στη κρυφή γλώσσα των πουλιών
                                τα μυστικά τους σμήνους

Το καράβι είναι ιστιοφόρο
και το πρόσωπό μου
                          δεμένο στο κατάρτι για πανί
κοιτάζει κατάματα την καταιγίδα
Ο πόθος και φόβος για τα όρια
Ας παίρνει ο καπετάνιος όλες τις ευθύνες
το ταξίδι είναι δικό μου,
                                     κι οι άνεμοι δικοί μου
και τα νησιά που θα συναντήσω,
          και τα βράχια που θα πέσω δικά μου

Για το πουλί σας μιλάω
               που θέλει ν’ αφήσει τη φωλιά του
που φοβάται και ποθεί την άνοιξη
που περιμένει να ταξιδέψει
                                      στις χώρες του Βορρά

Για τα πουλιά σας μιλάω, για το σμήνος
                          και τη μυστική του γλώσσα
που ετοιμάζεται επιτέλους να πετάξει

                             15 Φλεβάρη 2014
                            Γιάννης Ποταμιάνος


Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

Στη φωλιά του στήθους


 Στη φωλιά του στήθους

Στη φωλιά του στήθους του
          ένα χελιδόνι κλώθει τα αυγά του
Αυτός μ’ ένα μολύβι
                        κρεμασμένο για τουφέκι
περιμένει τους νεοσσούς του
                                             να πετάξουν
Να φύγουν κάποιο πρωινό
             ψαλιδίζοντας το φως του Μάη
Κι αυτός
         σηκώνοντας το μολύβι του
                             να ζωγραφίζει ουρανό
κι ανάερες ομορφιές να φτερουγίζουν

Έτσι γράφεται το ποίημα
στήνοντας καρτέρι σε πόνο κι ομορφιά
μ’ ένα μολύβι στον ώμο κρεμασμένο
                                                 για τουφέκι
Έτσι γράφεται το ποίημα
στο στήθος επωάζοντας
                        το καινούργιο να πετάξει

Πως αλλιώς αφού η ποίηση είναι μαμή
που ξεγεννά απ’ το στήθος
                                        πόνο κι ομορφιά;

                          22 Φεβρουαρίου 2014
                           Γιάννης Ποταμιάνος