Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014

Κάκτος ο οδοδείκτης


Κάκτος ο οδοδείκτης  

Ίσως η δίψα κι η στέρηση μετανοούν
-------------- την έπαρση σε ταπείνωση
Γι αυτό η δίψα ανθίζει στην έρημο
--------------------------- όπως ο κάκτος
Αυτός ο ακρίτας της ζωής που μάχεται
-----------------------------  τη μοναξιά
μ’ ένα λουλούδι, μ’ ένα αγκάθι
---------  και μια νοσταλγία της βροχής

Μια νοσταλγία καλά φυλαγμένη
--------------------- στο μέσα δωμάτιο
το σκοτεινό με τις κλειστές κουρτίνες
Εκεί που οι σκιές μακραίνουν
------------- και γίνονται φαντάσματα
----- νεράιδες και ξωτικά των ποταμών

Ίσως η ουτοπία είναι το φως
---  που μπαίνει απ’ τις χαίνουσες πληγές
και φωτίζει το σπαθί
----------------- στον τοίχο κρεμασμένο
Τη λεπίδα που περιμένει το άδολο χέρι
---------------------- για τη μεγάλη μάχη

Και ποια μάχη μάχεται άραγε
------------------------- αυτός ο ερημίτης
μ’ ένα κόκκινο λουλούδι στο στέρνο
καρφωμένο σαν παράσημο
----------------  ανάμεσα στ’ αγκάθια του;

Μήπως κι είναι οδοδείκτης
-------------------- μες στις αμμοθύελλες
που δείχνει δίψα στέρηση και μοναξιά
Σ’ ένα λευκό τοπίο θανάτου
----- όπου δεν έχει σημάδι να πιαστεί
ψάχνει ο ασκητής στη μέσα κάμαρη
----  τη σκοτεινή στις σκιές των νοημάτων

Ούτε άγιος ούτε αμαρτωλός
βαθειά του επιθυμία είναι το μαρτύριο
-------------  ώσπου η δίψα να γίνει φως
κι η νοσταλγία της βροχής
---------------------- να γίνει καταιγίδα

Γιατί μάχεται άραγε αυτός ο ερημίτης
------- γαντζωμένος στη νοσταλγία του
Δεν του φτάνει η αστροφεγγιά της νύχτας
---------- και το μισό φεγγάρι των σκιών;
Κι αυτό το κόκκινο λουλούδι
----------------  η λαγαρή επιθυμία του
μήπως κι είναι ο δρόμος που μας δείχνει

Μήγαρις κι η ομορφιά
είναι το τελευταίο χαράκωμα
------------------ αντίστασης στη μοναξιά;
                                                 
                              1 Φλεβάρη 2014
                            Γιάννης Ποταμιάνος

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

Ημέρα Αγίου Βαλεντίνου


  Ημέρα Αγίου Βαλεντίνου
  
Ημέρα Αγίου Βαλεντίνου
Στέκονταν κι οι δυο στο πεζοδρόμιο
          Αυτός δεν διάλεξε την πιο όμορφη
                                   αλλά την πιο μεγάλη

Όταν του ζήτησε φωτιά
                     την κοίταξε βαθιά στα μάτια
και τη ρώτησε πόσο κοστίζει το δωμάτιο
                     και μια ώρα απ’ το χρόνο της
Μόλις του είπε την τιμή
                        αυτός συμφώνησε αμέσως
Στο φως του φανοστάτη
              έβλεπε καθαρά την αδημονία της
αλλά και τις ρυτίδες στο κουρασμένο
                                                   πρόσωπο της

Σε λίγο, καθώς έβγαζε τελετουργικά
                              τις κάλτσες της, του είπε
 «Τα πλοία τσακίστηκαν στους βράχους»
 «Φταίνε οι φάροι που τα οδηγούν»
                                             απάντησε αυτός
«Δεν φταίνε οι φάροι,
           αυτοί στέκονται ακίνητοι, του είπε
Ίσως φταίνε τα πλοία,
                         ίσως τα κύματα ή ο άνεμος»
«Φταίνε οι φάροι που τα οδηγούν,
                                                 επέμενε αυτός,
           όποιος φωτίζει έχει και την ευθύνη»
                                                 
Είσαι ποιητής του είπε τότε και δάκρυσε
Γιατί  μόλις τότε κατάλαβε
                    πόσο βαριά ήταν η μοναξιά του

                             14 Φεβρουαρίου 2013
                                Γιάννης Ποταμιάνος


Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Μετανάστης


Μετανάστης   

Έρμαιο στον άνεμο κι όλοι μακριά του      
Τον λοιδορούν οι μέρες, περνούν
                                              σαν τα βαγόνια
σφυρίζει σ’ ορθρινό τοπίο
                           του χρόνου η ατμομηχανή       
Κλέφτες
       διαγουμίζουν τις λίγες αποσκευές του
Θησαυρισμένες μνήμες
                 μ’ έρωτες κι ολόγιομα φεγγάρια

Μετανάστης
Στον σταθμό ένα μαντήλι αποχαιρετισμού
μια φτερούγα  αγάπης κι ένας λυγμός
                                                             μαχαίρι
να σχίζει το σεντόνι της σιωπής στα δύο
Αλυσοδεμένος ο λογισμός
                     στους χτύπους της καρδιάς του
Αφού στην καρδιά
το ξυπνητήρι της νοσταλγίας  
                 δεν ξεγελά ποτέ ό,τι αγαπήσαμε

Έρμαιο στην καθημερινή παραλογία
              δεν βρίσκει στήριγμα κι ας ψάχνει   
το πρόσωπό του χάθηκε
                      κάποιο βράδυ στον καθρέφτη
Κι από τότε κάποιος άλλος τον ακολουθεί
                           ένα πρόσωπο αυλακωμένο
    απ’ το υνί της καθημερινής συναλλαγής

Έρμαιο κι όλοι μακριά του
μετράει έναν έναν στους αναστεναγμούς
              μιας ατμομηχανής ασθμαίνουσας
αναμνήσεις ονείρων μιας άλλης ζωής
                          που περίμενε και δεν ήρθε
                                                    
Αλλά αυτός μετανάστης
σ’ έρημους σταθμούς
             ακόμα ψάχνει τον παλιό του εαυτό
με τα φλογισμένα μάτια
                              και την υψωμένη γροθιά
Αυτόν που αντιστέκονταν στους ανέμους
                            της πολύβουης θάλασσας
με το δασύτριχο στήθος φουσκωμένο
                                                               γαλήνη
και το πουκάμισο ανοιχτό
                           να χαιρετάει τους ανέμους     

                           23 Οκτωβρίου 2013
                            Γιάννης Ποταμιάνος


Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Η κιβωτός


  Η κιβωτός   

Μια διέξοδος είναι το ουράνιο τόξο
                                    μετά την καταιγίδα
μια υπόσχεση πως ο κατακλυσμός
                                        δεν θα ξανάρθει
Εσύ όμως καλού κακού
                                     φτιάξε μια κιβωτό

Οι θεοί ενίοτε μας περιπαίζουν
                           με ψεύτικες υποσχέσεις
κι εμείς έχουμε πολλά να περισώσουμε
                           μνήμες, αίμα και ιδρώτα

Φτιάξε λοιπόν μια κιβωτό
κι ας έρθει μετά η καταιγίδα,
                       κι ας έρθει ο κατακλυσμός
Το περιστέρι που στείλαμε στο μέλλον
                γύρισε βουβό και τρομαγμένο

Φτιάξε λοιπόν μια κιβωτό
                  για όσα πιστέψαμε στη νιότη
πάρε μαζί σου λίγους σπόρους αγάπης,
           συντροφικότητας κι αλληλεγγύης
πάρε λίγους βολβούς
                  τιμιότητας και ντομπροσύνης
και τρεις γλάστρες με
              ειρήνη, δικαιοσύνη και ισότητα
κάθε είδος που σήμερα απειλείται
                                               με εξαφάνιση

Φτιάξε λοιπόν μια κιβωτό
και που ξέρεις στο νέο κόσμο
                      που ξέπλυναν οι καταιγίδες
μπορεί και να ευδοκιμήσουν
                         όσα κουβάλησες μαζί σου  

                                      3 Ιανουαρίου 2014
                                      Γιάννης Ποταμιάνος